21 February 2011

Περί φόβου

Από το ιστολόγιο:
No Particular Reason (konstantinos)





Το κείμενο αυτό για τον φόβο το έγραψα στο πλαίσιο της "Ημέρας ενάντια στο φόβο", στην οποία συμμετέχουν και άλλοι συνάδελφοι διαχειριστές ιστολογίων . Πρόσβαση στα δικά τους γραπτά μπορείτε να έχετε μέσω του ιστολογίου "Φόβος: Ο Δούρειος Ίππος της Εξουσίας" στη διεύθυνση http://grfear.blogspot.com.
 

Ξυπνώ κάθε πρωί μόνο και μόνο για να γλιτώσω από τους εφιάλτες που με στοιχειώνουν τα βράδια, τους εφιάλτες που πάντα τελειώνουν με εμένα να χάνομαι στο απύθμενο τίποτα. Σκόνη κάθεται πάνω μου, με πνίγει, με καλύπτει, εντείνει το άσθμα μου κι εγώ την αφήνω, γιατί ελπίζω πως θα μου επιτρέπει να ελίσσομαι χωρίς να γίνεται αισθητή η παρουσία μου στους σκονισμένους δρόμους. Αντιληπτός, το γνωρίζω πως δε γίνομαι έτσι κι αλλιώς.

Μα φοβάμαι να μείνω ακίνητος μέσα στις σκιές. Όσο φοβάμαι και να κυκλοφορώ ανάμεσα στους ανθρώπους.

Το σπίτι είναι πάντα δαιδαλώδες και η ηχώ από τα βήματά μου με τρομάζει. Όλοι οι χώροι είναι γεμάτοι από αναμνήσεις των περασμένων μου ζωών. Εκείνων που νόμιζα πως θα κρατούσαν για πάντα κι αυτές απλώς τελείωναν κάποια στιγμή με ένα δάκρυ. Για να ξεκινήσει λίγο μετά μια νέα ζωή, σημαδεμένη κι αυτή από μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, καταδικασμένη να προχωρά προς το χαμό της. Οι τοίχοι γέρνουν, το ταβάνι χαμηλώνει, το πάτωμα βουλιάζει και με παγιδεύει.

Φοβάμαι να μένω στο σπίτι μόνος.

Προσπαθώ να γεμίσω τη μέρα με ασχολίες οι οποίες, εκτός του ότι θα μου αποφέρουν τα προς το ζην, θα με κρατήσουν εκτός σπιτιού. Τριγυρίζω, λοιπόν, στην πόλη και συλλέγω εικόνες οι οποίες βυθίζονται στο ελώδες μνημονικό μου, συναντώ ανθρώπους, αλληλεπιδρώ μαζί τους για να νιώσω ζωντανός, να πάρω λίγη από τη δική τους διάθεση για ζωή και να μάθω κι εγώ πώς να πορεύομαι φυσιολογικά και ανεκτά, ώστε να καταφέρω να επιβιώσω καταρχάς και με αξιοπρέπεια κατόπιν. Συζητώ μαζί τους για να ακούσω κάτι διαφορετικό από τις απόψεις μου μα και για να διαπιστώσω πώς ακούγονται οι δικές μου σκέψεις, ώστε ενδεχομένως να διορθώσω αδυναμίες που θα εντοπίσω, εφόσον καταφέρω να τις αντιληφθώ.

Φοβάμαι να νιώθω ότι παραμένω ατελής κι ότι δεν κάνω κάτι γι'αυτό. Φοβάμαι να νιώθω ότι έχω παραιτηθεί τόσο πολύ ώστε πλέον να παρεκκλίνω από την πορεία μου.

Στόχους μεγαλόπνοους δεν έχω, παρά μόνο να ζήσω με συνέπεια και ειλικρίνεια τις μέρες που μου απομένουν. Δε χρειάζομαι καμία βοήθεια άνωθεν και προσπαθώ να κινούμαι με σεβασμό στις ζωές των άλλων και τη φύση, γιατί αλλιώς δε θα είχε καμία αξία που βρέθηκα σε τούτον τον πλανήτη.

Φοβάμαι, κάποιες φορές, πως τίποτα δεν έχει αξία και πως όλα είναι χαμένα.

Φοβάμαι πως ο κόσμος έχει παραδοθεί στην ιδιώτευση και δρα τόσο εγωιστικά ώστε δεν μπορεί να αντιληφθεί το χρέος του απέναντι στις γενιές που θα έρθουν, στα παιδιά τους.

Προσπαθώ να μην συμβάλω στη διαιώνιση του υπάρχοντος πολιτικοοικονομικοκοινωνικού συστήματος. Δεν ψηφίζω τα δυο μεγάλα κόμματα, είμαι επιφυλακτικός απέναντι στις απόψεις που εκφράζονται από όλους και προσπαθώ να τις αναλύω λογικά, ελπίζω σε μια σταδιακή μεταβολή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας σε μια αμεσότερη και πιο δημοκρατική/αξιοκρατική εκδοχή της και θα επιμείνω -πάντα με κριτική διάθεση- να στηρίζω τη ριζοσπαστική αριστερά, εφόσον συνεχίσει να προσπαθεί να βάλει τον άνθρωπο και το περιβάλλον πάνω από το χρήμα και θα παλεύει να διαχειριστεί πειστικά και αποτελεσματικά τις θέσεις της, ώστε πράγματι να καταστήσει εφικτή μια πιο δίκαιη, αξιοκρατική και ισορροπημένη κοινωνία.

Φοβάμαι, κυρίως όποτε στερεύουν οι αντοχές μου, πως όλα αυτά δεν είναι παρά ευσεβείς πόθοι, καθώς προχωρώ με το μουλαράκι μου για να κατατροπώσω παρατημένους ανεμόμυλους σε αιγαιοπελαγίτικο νησί παραδομένο στην εκτός σχεδίου και στην παρόδια δόμηση...

Φοβάμαι πως πάντα θα έχουμε τους άθλιους και διεφθαρμένους πολιτικούς που μας αξίζουν, γιατί άθλιοι και διεφθαρμένοι ή αδιάφοροι είναι αυτοί που τους εκλέγουν...

Επιδιώκω να μην κοιμάμαι τα μεσημέρια, για να μη χάνω το φως, γιατί το φως είναι πολύτιμο και την ανάμνησή του την κρατώ αναμμένη μες στον ύπνο μου. Μιλάω πολύ και κάποιες φορές δε βγάζω νόημα, μα είναι οι λέξεις ποτάμι και με παρασέρνουν. Κι όταν δεν μπορώ να μείνω άλλο εκτός σπιτιού, επιστρέφω στη φωλιά μου όπου έχω κεριά και φωτιστικά σε όλους τους χώρους. Φλόγες παντού και μουσική να πλανάται στον αέρα. Να μη νιώθω μόνος. Κι όταν δεν αντέχω άλλο να μείνω ξύπνιος, ελπίζω να αποκοιμηθώ βαριά και να μην καταλάβω τα όνειρα που θα δω. Να μη βιώσω τους εφιάλτες. Σε κανέναν από αυτούς δεν πεθαίνω στον ύπνο μου κι έτσι κάθε μέρα ξυπνάω και πάλι...

Φοβάμαι το σκοτάδι, τη σιωπή και τη μοναξιά.

Γι'αυτό, αποκόλλησα τον αμφιβληστροειδή μου και βλέπω αστραπές και λάμψεις ακόμη κι όταν κλείνω τα μάτια μου.

Γι'αυτό, επέτρεψα στους πολλαπλούς εαυτούς μου να αναδύονται κατά βούληση, ώστε, όταν αποσύρεται ο ένας, να έχει ήδη πάρει το λόγο ο άλλος.

Γι'αυτό, προσπαθώ διακαώς να σχετίζομαι και να αλληλεπιδρώ με ανθρώπους. Ακόμη κι αν σε κάθε έναν από αυτούς έχω δώσει ένα μικρό κομμάτι του εαυτού μου, το οποίο θα το πάρει μαζί του αν κάποια στιγμή οι δρόμοι μας αποκλίνουν. Έτσι, όλο και περισσότερο το puzzle της ύπαρξής μου μένει με όλο και λιγότερα κομμάτια και οι πιθανότητες να μπορέσω να βγάλω κάποιο νόημα από τη λειψή εικόνα είναι πλέον μηδαμινές. 
Φοβάμαι να νιώθω πως δεν ξέρω ποιος είμαι. Μα πιο πολύ φοβάμαι τη μοναξιά. Και κάνω ο,τι μπορώ για να κρατήσω κοντά μου τους ανθρώπους που αξίζουν. Ακόμα κι αν χρειάζεται να ξεπερνώ τον εαυτό μου και τους λοιπούς φόβους μου. Ή, έστω, να προσπαθώ... Γιατί οι μάχες που δεν κερδήθηκαν είναι εκείνες που δε δόθηκαν.
Εύκολα θα μπορούσε κάποιος να μου προσάψει πως φοβάμαι να ζήσω. Ίσως και να έχει δίκιο. Μα πιο πολύ φοβάμαι μήπως πεθάνω και λήξει έτσι η μοναδική μου ευκαιρία να περπατήσω κι άλλο σε τούτη τη Γη. Άλλη ευκαιρία δε νομίζω να έχω.

Παρόλα αυτά, αν ήταν στο χέρι μου να επιλέξω (που δεν είναι), θα επέλεγα να μην υπάρξω πάλι ως ο εαυτός μου. Με έχω κουράσει. Γεμάτος αγκυλώσεις, έχω μεγάλη ιδέα για μένα και θαρρώ πως κάποια στιγμή θα μεγαλουργήσω, μα όσο περνά ο καιρός τόσο βυθίζομαι στη μετριότητα κι οι χαμένες ευκαιρίες συσσωρεύονται και τα ψυχικά αποθέματα εξαντλούνται.

Κι όμως, είμαι ακόμη εδώ. Παραδομένος στους φόβους μου, παραλυμένος από τον τρόμο, ταλαντώνομαι γύρω από μια ασταθή θέση ισορροπίας, πονάω και κλαίω σαν παιδί, βιώνω με ένταση το κάθε ερέθισμα, παθιάζομαι νωρίς για να μη χάσω ούτε ένα ρίγος κι απολαμβάνω το καθετί σαν να πρόκειται να σβήσουν τα πάντα από τη μια στιγμή στην άλλη, ακόμη κι αν ξέρω πολύ καλά πως στο τέλος της βραδιάς, είτε μόνος είτε μαζί σου, γλυκιά μου, πάλι θα προσπαθώ να σηκώσω την πλάκα που πέφτει βαριά στο στήθος μου και μου κόβει την ανάσα. Κι ας νομίζεις εσύ πως κουράστηκα και δεν έχω άλλες αντοχές και πως θα έπρεπε να αρχίσω να τρέχω λίγο στην παραλία ή να κάνω ποδήλατο πιο συχνά. Όχι, δεν μου κόβεται η ανάσα επειδή πλέον δεν μπορώ να φτάσω το ρυθμό σου. Μου κόβεται η ανάσα γιατί δεκάδες αόρατα χέρια τυλίγονται γύρω από το λαιμό μου, εκατοντάδες δάκτυλα σφίγγουν σα μέγγενη και θέλουν να με πάρουν πίσω στην Ανυπαρξία.
Φοβάμαι...

Αν με ακούς να μιλάω συχνά για το θάνατο, δεν είναι γιατί δεν τον φοβάμαι. Τον φοβάμαι! Τρέμω στη σκέψη του τέλους, ακόμη κι αν είναι ανώδυνο και ανεπαίσχυντο. Είναι απλώς γιατί προσπαθώ να τον ξορκίσω, να τον αποπροσανατολίσω και να μην ακουμπήσει τους δικούς μου ανθρώπους κι εμένα. Παίζω μαζί του παρτίδες σκάκι, ελπίζοντας πως θα τον παγιδεύσω σε ένα διαρκές σαχ, σε ένα πατ, βρε αδερφέ και θα σώσω τον κόσμο...

Μα είναι κάποιες φορές κατά τις οποίες, ενώ θα συνεχίσω να προχωρώ έτσι κι αλλιώς, φοβάμαι πως δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος για όλα αυτά που ζούμε.
No particular reason...

Ξέρεις, γενναίε αναγνώστη που άντεξες κι έφτασες μέχρι αυτές τις γραμμές (αλλά κι εσύ που πήγες κατευθείαν στο τέλος, μόλις είδες ότι σταματημό δεν είχε η γραφή μου), δεν είναι τυχαίο το όνομα του ιστολογίου που διατηρώ εδώ και τέσσερα σχεδόν χρόνια. Είναι η δική μου προσπάθεια (ένα μικρό μέρος της, γιατί το υπόλοιπο -το πιο σημαντικό- πραγματοποιείται έξω από τον υπολογιστή, στην πραγματική ζωή, δίπλα στους ανθρώπους) να διαχειριστώ όλα εκείνα που θα μπορούσαν να με είχαν ακινητοποιήσει άπαξ και δια παντός. Γιατί ο φόβος έχει την ιδιότητα να αντιστέκεται στην κίνηση.

Ο φόβος είναι μια δύναμη τριβής η οποία μέσω του έργου της αφαιρεί ενέργεια από τον καθένα και τη μεταφέρει στο περιβάλλον με τη μορφή θερμότητας, αυξάνοντας τη μέση θερμοκρασία του πλανήτη και την εντροπία του σύμπαντος, καταδικάζοντας όμως αυτούς που επηρέασε σε μια κατάσταση απραξίας, η οποία μπορεί να θεωρηθεί και ένας μικρός θάνατος.

Γιατί η κίνηση είναι ζωή. Τρέχω για να ξεφύγω από το θάνατο και ζω τη ζωή μου οδεύοντας τελικά προς αυτόν!

Είναι παράξενη η ζωή. Και κάπως πρέπει να την παλέψω...

Επιλέγω να συνεχίσω να προσπαθώ. Με το δικό μου ρυθμό. Με μικρά βήματα κάθε φορά. Μέχρι που θα αρχίσω να τρέχω στο καταπράσινο λιβάδι. Κατά προτίμηση, όχι μόνος μου. Και θα κάνω ο,τι μπορώ για να έχω ανθρώπους στη ζωή μου. Θα ξεπεράσω ακόμη και τον εαυτό μου και θα μάθω να με αγαπώ. Ίσως όχι πάρα πολύ, αλλά ικανοποιητικά. Κι όταν το λιβάδι σταματήσει μπροστά από το σκοτεινό δάσος, με τα μεγάλα δέντρα που έχουν κλαδιά σαν χέρια, εγώ θα περάσω ανάμεσα από τους κορμούς και δε θα ελαττώσω ταχύτητα. Γιατί θέλω να δω τι υπάρχει εκεί μέσα και πέρα απ' αυτό...


Το κείμενο αυτό για τον φόβο το έγραψα στο πλαίσιο της "Ημέρας ενάντια στο φόβο", στην οποία συμμετέχουν και άλλοι συνάδελφοι διαχειριστές ιστολογίων . Πρόσβαση στα δικά τους γραπτά μπορείτε να έχετε μέσω του ιστολογίου "Φόβος: Ο Δούρειος Ίππος της Εξουσίας" στη διεύθυνση http://grfear.blogspot.com.

No comments: