18 February 2011

Περιμένοντας τον φόβο

Από το ιστολόγιο:
Κουπέπκια ατάκτως τυλιγμένα (k2)



Φόβος: ο Δούρειος Ίππος της Εξουσίας http://grfear.blogspot.com/

Ο Ογούζ Ατάυ (Oğuz Atay, 1934-1977) είναι απ’τους σημαντικότερους σύγχρονους Τούρκους λογοτέχνες (εδώ κι εδώ η μετάφραση ενός άλλου διηγήματός του που είχα κάνει, σε δύο κομμάτια). Η νουβέλα «Περιμένοντας τον φόβο» είναι μέρος της ομότιτλης συλλογής διηγημάτων, που δημοσιεύτηκε πρώτη φορά το 1973. Το παρακάτω είναι ένα μικρό απόσπασμα, λίγο μετά τη μέση της 65 σελίδων νουβέλας. Στην αρχή της νουβέλας, ο ήρωας, γυρνώντας ένα βράδυ στο σπίτι του, ανακαλύπτει ένα σημείωμα σε μια ακατάλυπτη ξένη γλώσσα, με την υπογραφή «Ούμπορ-Μέτενγκα». Σχεδόν αμέσως απορρίπτει την πρώτη του σκέψη, ότι πρόκειται για λέξεις δίχως νόημα που μουντζούρωσε σ’ένα χαρτί το παιδάκι της καθαρίστριας, αναρωτιέται ποιος άφησε το μυστηριώδες σημείωμα και τρομοκρατείται.
Σ’όλη την υπόλοιπη νουβέλα παρακολουθούμε τον ήρωα, κλεισμένο στο σπίτι του με ελάχιστη επαφή με τον έξω κόσμο, να περιμένει την εμφάνιση του απειλητικού Ούμπορ-Μέτενγκα. Στο κομμάτι που μεταφράζω εδώ, ο ήρωας, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να καταλάβει τι είναι αυτή η μυστηριώδης απειλή, ψάχνει σχετικές πληροφορίες στη βιβλιοθήκη του.
Νομίζω ότι το «Περιμένοντας τον Φόβο» πρέπει να θεωρηθεί μέρος του ζητήματος που απασχολεί τον Ατάυ σε όλο του το έργο: τι είναι η νεωτερικότητα, και με ποιον τρόπο αυτή εφαρμόστηκε στην Τουρκία, τι σήμαινε τελικά για την τουρκική κοινωνία, ποιες αυταρχικές εξουσίες τροφοδότησε αντί να προαγάγει την απελευθέρωση του ανθρώπου. Ο Ατάυ ασκεί κριτική και στη νεωτερικότητα εν γένει και στον τρόπο με τον οποίο εκσυγχρονίστηκε η τουρκική κοινωνία. Σ’ένα άλλο, πολύ χαρακτηριστικό απόσπασμα απ’το «Περιμένοντας τον Φόβο», ο ήρωας του Ατάυ λέει: «Ήμουν απομίμηση ενός πράγματος ∙ όμως δεν είχα καταφέρει καν να μάθω σωστά το πρότυπό μου. [...] Ίσως να το είχα ακούσει από κάποιους, κι αυτοί το είχαν ακούσει από κάποιους άλλους, και κάποιοι άλλοι... [...] Ίσως ακόμα κι αυτή η κακομοιριά, αυτό το τσάτρα πάτρα, αυτή η γελοία κατάσταση, να είχε ένα πρότυπο, μια πραγματική μορφή.»

Περιμένοντας τον φόβο

Στο τέλος τη βρήκα. Ναι, βρήκα τη μυστική θρησκεία, την Ούμπορ-Μέτενγκα. Φυσικά στο βιβλίο δεν εμφανιζόταν μ’αυτό το όνομα ∙ διότι ήταν μια κρυφή θρησκεία, σε κάθε τόπο άλλαζε εμφάνιση και όνομα για να γλιτώνει απ’την αστυνομία. Ήταν κάπου στη Νότια Αμερική, μάλλον είχε άλλο όνομα ∙ αλλά νομίζω ένα όνομα που έμοιαζε με το Ούμπορ-Μέτενγκα. Τα βιβλία ήταν σύντομα ∙ είχαν άρθρα συγκεντρωμένα από δω κι από κει. Άλλωστε η μυστικότητα της μυστικής θρησκείας μάλλον δυσκόλευε τη δουλειά των συγγραφέων. Επρόκειτο για μια πραγματικά τρομακτική θρησκεία, ακόμα και μέσα σε μια-δυο σειρές γινόταν αισθητή η φρικαλεότητά της. Διότι βρισκόταν έξω από τις μεθόδους σκέψης που έχουμε συνηθίσει, έξω απ’τη λογική που ξέρουμε, έξω απ’τους κανόνες που έχουμε υιοθετήσει στη ζωή μας, όπως το να πίνουμε νερό ∙ ήταν μια έκνομη, χυδαία και τρομακτική θρησκεία. Δεν μπορούσε να είναι άλλη, αυτή ήταν. Διότι όταν επέβαλλε ποινές θεωρούσε την αμέλεια, το ατύχημα, την άγνοια, την απερισκεψία πιο βαριά απ’τα αδικήματα που διαπράττονται συνειδητά. Επέβαλε πιο ελαφριές ποινές στα αδικήματα του νου ∙ εχθρευόταν τα αδικήματα που προέρχονταν απ’την απερισκεψία. Αυτή η θρησκεία δεν μπορούσε να είναι άλλη απ’την Ούμπορ-Μέτενγκα και δεν μπορούσε να έχει επιλέξει άλλο θύμα από μένα. Για να μη γίνεις θύμα, έπρεπε να είσαι συνεχώς σε εγρήγορση ∙ εσύ ήσουν υπεύθυνος και για το αδίκημα που διέπραττε η πέτρα που έπεφτε κάτω χτυπώντας πρώτα στο πόδι σου. Δεν μπορούσε να βρεθεί καλύτερο θύμα από μένα. Αυτοί είχαν δίκιο ∙ διότι τα αδικήματα που διαπράττει ο νους ήταν λίγα, διότι έπρεπε να γλιτώσουμε απ’τα αδικήματα απερισκεψίας, που εμφανίζονται στον δρόμο αυτών που θέλουν διορθώσουν την κοινωνία και που παίρνουν τη μορφή χιονοστιβάδας. Ο νους κάνει τα πάντα εν γνώσει του ∙ αν σήμερα κάνει κάτι κακό ή πέσει σε λάθος, αύριο μπορεί να κάνει κάτι καλό. Πάντα μπορούσαμε να ελπίζουμε στον νου. Όσο για τις συμπτώσεις και τις τυφλές δυνάμεις, αυτές πάντα θα έσπερναν το κακό, θα καταπίεζαν, θα έσπαγαν, θα κατέστρεφαν ∙ διότι δεν ήξεραν. Ο νους, επειδή σκέφτεται το συμφέρον του, επειδή θέλει ν’αποκομίσει όφελος, δεν μπορούσε να καταστρέψει ολοκληρωτικά. Όμως εγώ ήμουν αθώος ∙ εγώ είχα υποφέρει απ’την αντίληψη περί δικαίου αυτής της κοινωνίας. Φοβόμουνα μόνο τα αδικήματα που διαπράττονται συνειδητά ∙ ενώ καθε μέρα στήτονταν χιλιάδες παγίδες για να με καταστήσουν ένοχο. Δεν μπορούσα να τα βγάλω πέρα μ’αυτό. Βασικά, απ’ό,τι κατάλαβα απ’αυτά που διάβασα (μέσα σ’αυτές τις σειρές τίποτα δεν διατυπωνόταν ξεκάθαρα), δεν ήταν ότι πίστευαν πως ο άνθρωπος διαπράττει αδικήματα ασυνείδητα ∙ θεωρούνταν ότι η σύμπτωση, οι τυφλές δυνάμεις κι αυτά, ήταν εξαπάτηση του εαυτού μας. Στο τέλος δεν τ’άντεξα ∙ ζάρωσα σε μια γωνιά κι έμεινα εκεί.

No comments: